Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

παραίτησις
παραιτητέος
παραιτητής
παραιτητικός
παραιτητός
παραίτιος
παραιφάμενος
παραιφασίη
παραίφασις
παραιφάσσει
παραιφηλούμεθα
παραιφρονέω
παραιωρέω
παραιώρησις
παρακάββαλε
παρακαθάπτω
παρακαθεζόμενος
παρακαθεύδω
παρακάθημαι
παρακαθιδρύω
παρακαθιζάνω
View word page
παραιφηλούμεθα
παραι-φηλούμεθα· παραγόμεθα, Id.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
παραιφηλούμεθα
Headword (normalized):
παραιφηλούμεθα
Headword (normalized/stripped):
παραιφηλουμεθα
IDX:
78076
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-78077
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">παραι-φηλούμεθα·</span> <span class="foreign greek">παραγόμεθα</span>, Id.</div><br><br>'}