Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

παραδιδάσκω
παραδίδωμι
παραδιηγέομαι
παραδιήγημα
παραδιήγησις
παραδιηθέω
παραδινέω
παραδιοικέω
παραδιορθόω
παραδιόρθωμα
παραδιόρθωσις
παραδιώκω
παραδολεσχέω
παραδοξάζω
παραδοξασμός
παραδοξία
παραδοξογράφος
παραδοξολογέω
παραδοξολογία
παραδοξολόγος
παραδοξονίκης
View word page
παραδιόρθωσις
παραδιόρθ-ωσις, εως, ,
A). marginal correction, in pl., Plu. 2.33b .


ShortDef

marginal correction

Debugging

Headword:
παραδιόρθωσις
Headword (normalized):
παραδιόρθωσις
Headword (normalized/stripped):
παραδιορθωσις
IDX:
77931
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-77932
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">παραδιόρθ-ωσις</span>, <span class="itype greek">εως</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">marginal correction</span>, in pl., <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Plu.</span> 2.33b </span>.</div> </div><br><br>'}