Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
παγκάκουργος
παγκάλλιστος
πάγκαλος
παγκάρπεια
παγκαρπία
πάγκαρπος
παγκατάμικτος
παγκαταπύγων
παγκατάρατος
παγκευθής
παγκ<λ>άδια
πάγκλαυστος
πάγκλειτος
παγκλέπτης
παγκληρία
πάγκληρος
πάγκοινος
παγκοίρανος
παγκοίτης
παγκόνιτος
παγκόσμιος
View word page
παγκ<λ>άδια
παγ-κ<λ>άδια
[
ᾰδ],
(
κλάδος
) festival at Rhodes at the pruning of vines,
Hsch.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
παγκ<λ>άδια
Headword (normalized):
παγκ<λ>άδια
Headword (normalized/stripped):
παγκ<λ>αδια
IDX:
76449
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-76450
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">παγ-κ<λ>άδια</span> [<span class="foreign greek">ᾰδ],</span>(<span class="etym greek">κλάδος</span>) festival at Rhodes at the pruning of vines, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}