Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἀνατιταίνω
ἀνατιτήσαντες
ἀνατιτραίνω
ἀνατιτράω
ἀνάτλημα
ἀνατλῆναι
ἄνατλος
ἀνατμήγω
ἀνατμητικός
ἀνατμίζομαι
ἀνατοιχάσαι
ἀνατοιχέω
ἀνατοκισμός
ἀνατολάς
ἀνατολή
ἀνατολικός
ἀνατόλιος
ἀνατολμάω
ἀνατομή
ἀνατομικός
ἀνάτονος
View word page
ἀνατοιχάσαι
ἀνατοιχάσαι· περὶ τοῖχον περιπατῆσαι, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀνατοιχάσαι
Headword (normalized):
ἀνατοιχάσαι
Headword (normalized/stripped):
ανατοιχασαι
IDX:
7633
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-7634
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀνατοιχάσαι·</span> <span class="foreign greek">περὶ τοῖχον περιπατῆσαι,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}