ὀνειροπολέω
ὀνειροπολ-έω, pf.
A). ὠνειροπόληκα Mus. p.88 K.:— dream, R. 534c , Ti. 52b ; ὀ. τι dream of a thing, ἵππους Nu. 16 ; ἱππικήν ib. 27 ; πολλὰ τοιαῦτ’ ὀνειροπολεῖ ἐν τῇ γνώμῃ builds many such 'castles in the air', ; 4.49 ὀ. τάλαντα Merc.Cond. 20 :— Pass., -ποληθεὶς πλοῦτος DMort. 5.2 .