Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ὁμοιοτέλευτος
ὁμοιότεχνος
ὁμοιότης
ὁμοιότιμοι
ὁμοιότονος
ὁμοιοτροπία
ὁμοιότροπος
ὁμοιοτυπής
ὁμοιότυπος
ὁμοιοτύραννος
ὁμοιούσιος
ὁμοιοφανής
ὁμοιόφθογγος
ὁμοιόφλοιος
ὁμοιοφόρος
ὁμοιοφωνέω
ὁμοιόχροια
ὁμοιόχρονος
ὁμοιόχροος
ὁμοιοχρώματος
ὁμοιόχωρος
View word page
ὁμοιούσιος
ὁμοι-ούσιος, ον,
A). of similar substance, Gloss.


ShortDef

of similar substance

Debugging

Headword:
ὁμοιούσιος
Headword (normalized):
ὁμοιούσιος
Headword (normalized/stripped):
ομοιουσιος
IDX:
73690
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-73691
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ὁμοι-ούσιος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">of similar substance,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Gloss.</span> </span> </div> </div><br><br>'}