Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ὄμβρημα
ὀμβρηρός
ὄμβρησις
ὀμβρία
ὀμβρίζω
ὀμβρικός
ὀμβριμαῖος
ὀμβριμόθυμος
ὄμβριμος
ὄμβριος
ὀμβροβλυτέω
ὀμβροδόκος
ὀμβροκτύπος
ὀμβροποιός
ὄμβρος
ὄμβρος
ὀμβροτόκος
ὀμβροφόρος
ὀμβροχαρής
ὀμβρόω
ὀμβρώδης
View word page
ὀμβροβλυτέω
ὀμβρο-βλῠτέω,
A). swell from rain, Suid.


ShortDef

swell from rain

Debugging

Headword:
ὀμβροβλυτέω
Headword (normalized):
ὀμβροβλυτέω
Headword (normalized/stripped):
ομβροβλυτεω
IDX:
73426
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-73427
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ὀμβρο-βλῠτέω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">swell from rain,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Suid.</span> </span> </div> </div><br><br>'}