Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ὀκτωκαιδεκαέτης
ὀκτωκαιδέκακις
ὀκτωκαιδεκάπεδος
ὀκτωκαιδεκάπηχυς
ὀκτωκαιδεκαπλάσιος
ὀκτωκαιδεκάς
ὀκτωκαιδεκάσημος
ὀκτωκαιδεκαταῖος
ὀκτωκαιδέκατος
ὀκτωκαιδεκέτης
ὀκτωκαιεικοσαπλασίων
ὀκτωκαιεικοσίφθογγος
ὀκτωκαιεικοστός
ὀκτωκαιτριακοντάμετρος
ὀκτωκαιτριακόντεδρον
ὀκτώμηνος
ὀκτωπάλαιστος
ὀκτώπηχυς
ὀκτώπους
ὀκτωστάδιος
ὀκτώφορος
View word page
ὀκτωκαιεικοσαπλασίων
ὀκτωκαιεικοσαπλᾰσίων, ον, gen. ονος,
A). twenty-eight-fold, Placit. 2.20.1 .


ShortDef

twenty-eight-fold

Debugging

Headword:
ὀκτωκαιεικοσαπλασίων
Headword (normalized):
ὀκτωκαιεικοσαπλασίων
Headword (normalized/stripped):
οκτωκαιεικοσαπλασιων
IDX:
72865
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-72866
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ὀκτωκαιεικοσαπλᾰσίων</span>, <span class="itype greek">ον</span>, gen. <span class="itype greek">ονος</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">twenty-eight-fold,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Placit.</span> 2.20.1 </span>.</div> </div><br><br>'}