Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
ὀκταδάκτυλος
ὀκτάδιον
ὀκτάδραχμος
ὀκταεδρικόν
ὀκτάεδρος
ὀκτάειδος
ὀκταετηρίς
ὀκταέτης
ὀκταετία
ὀκταήμερος
ὀκτακαιεικοσέτης
ὀκτακάτιοι
ὀκτάκερκις
ὀκτάκις
ὀκτακισμύριοι
ὀκτακισχίλιοι
ὀκτακισχιλιοστός
ὀκτάκλινον
ὀκτάκνημος
ὀκτακόσιοι
ὀκτακοσιοστός
View word page
ὀκτακαιεικοσέτης
ὀκτα-καιεικοσέτης
,
ες
,
A).
twenty-eight years old,
App.Anth.
2.246
(Citium).
ShortDef
twenty-eight years old
Debugging
Headword:
ὀκτακαιεικοσέτης
Headword (normalized):
ὀκτακαιεικοσέτης
Headword (normalized/stripped):
οκτακαιεικοσετης
IDX:
72792
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-72793
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ὀκτα-καιεικοσέτης</span>, <span class="itype greek">ες</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">twenty-eight years old,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">App.Anth.</span> 2.246 </span> (Citium).</div> </div><br><br>'}