Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

οἰωνομαντεία
οἰωνομαντικός
οἰωνόμαντις
οἰωνόμικτος
οἰωνοπολέω
οἰωνοπολία
οἰωνοπόλος
οἰωνός
οἰωνοσκοπεῖον
οἰωνοσκοπέω
οἰωνοσκοπητικός
οἰωνοσκοπία
οἰωνοσκοπικός
οἰωνόσκοπος
οἰωνοτροφεύς
οἰῶντα
ὅκᾰ
ὄκᾳ
ὀκέλλω
ὅκη
ὀκιμβάζω
View word page
οἰωνοσκοπητικός
οἰωνοσκοπ-ητικός, , όν,=οἰωνοσκοπικός : -κή, Eust. 961.43 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
οἰωνοσκοπητικός
Headword (normalized):
οἰωνοσκοπητικός
Headword (normalized/stripped):
οιωνοσκοπητικος
IDX:
72732
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-72733
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">οἰωνοσκοπ-ητικός</span>, <span class="itype greek">ή</span>, <span class="itype greek">όν</span>,=<span class="foreign greek">οἰωνοσκοπικός</span> : <span class="foreign greek">-κή, </span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg4083.tlg001:961:43" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg4083.tlg001:961.43/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Eust.</span> 961.43 </a>.</div><br><br>'}