Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

οἰονοϊστική
οἰονόμος
οἰόνους
οἷόνπερ
οἶόντε
οἰόομαι
οἰοπέδη
οἰοπέδιλος
οἰοπολέω
οἰοπόλος
οἰόρπατα
οἰόρ
οἶος
οἷος
ὄϊος
ὄϊος
οἰοταζομένης
οἰόφρων
οἰοχίτων
οἰόω
οἷπερ
View word page
οἰόρπατα
οἰόρπατα, Scyth. for ἀνδροκτόνοι,


ShortDef

Scythian for ἀνδροκτόνος

Debugging

Headword:
οἰόρπατα
Headword (normalized):
οἰόρπατα
Headword (normalized/stripped):
οιορπατα
IDX:
72619
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-72620
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">οἰόρπατα</span>, Scyth. for <span class="foreign greek">ἀνδροκτόνοι,</span> </div><br><br>'}