Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

οἰνοπράτης
οἰνόπται
οἰνοπωλέω
οἰνοπώλης
οἰνοπώλιον
οἰνορρόδινον
οἶνος
οἰνός
οἰνόσπονδος
οἰνοτόκος
οἰνοτροπικοί
οἰνοτρόποι
οἰνοτρόφος
οἰνουργέω
οἰνουργία
οἰνοῦττα
οἰνοφαγία
οἰνοφερής
οἰνοφλυγέω
οἰνοφλυγία
οἰνοφλυγίζω
View word page
οἰνοτροπικοί
οἰνο-τροπικοί, οἱ,
A). wine-blenders, Gal. 8.768 .


ShortDef

wine-blenders

Debugging

Headword:
οἰνοτροπικοί
Headword (normalized):
οἰνοτροπικοί
Headword (normalized/stripped):
οινοτροπικοι
IDX:
72549
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-72550
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">οἰνο-τροπικοί</span>, <span class="gen greek">οἱ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">wine-blenders,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Gal.</span> 8.768 </span>.</div> </div><br><br>'}