Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
οἰνοπίπης
οἰνοπλάνητος
οἰνοπληθής
οἰνοπλήξ
οἰνοποιέω
οἰνοποιητέον
οἰνοποιία
οἰνοποιός
οἰνοπόρος
οἰνοποσία
οἰνοποσίαρχος
οἰνοπόσιον
οἰνοποτάζω
οἰνοποτέω
οἰνοποτήρ
οἰνοπότης
οἰνοπράτης
οἰνόπται
οἰνοπωλέω
οἰνοπώλης
οἰνοπώλιον
View word page
οἰνοποσίαρχος
οἰνο-ποσίαρχος
,
ὁ
,
A).
=
συμποσίαρχος
,
BCH
24.386
(Bithynia).
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
οἰνοποσίαρχος
Headword (normalized):
οἰνοποσίαρχος
Headword (normalized/stripped):
οινοποσιαρχος
IDX:
72533
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-72534
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">οἰνο-ποσίαρχος</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">συμποσίαρχος</span> , <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">BCH</span> 24.386 </span> (Bithynia).</div> </div><br><br>'}