Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
ξηροτριβέω
ξηροτριβία
ξηροτροφικόν
ξηροφαγέω
ξηροφαγία
ξηροφθαλμία
ξηρόφλοιος
ξηρόφορτον
ξηρόφρυκτον
ξηρόφωνος
ξηροχειμάρρους
ξηρώδης
ξῖ
ξίμβρα
ξιπομάκαιρα
ξιρίς
ξίφαι
ξιφήν
ξιφήρης
ξιφηφορέω
ξιφηφορία
View word page
ξηροχειμάρρους
ξηρο-χειμάρρους
,
ὁ
,
A).
dry watercourse,
Hero
*Geom.
4.13
.
ShortDef
dry watercourse
Debugging
Headword:
ξηροχειμάρρους
Headword (normalized):
ξηροχειμάρρους
Headword (normalized/stripped):
ξηροχειμαρρους
IDX:
71630
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-71631
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ξηρο-χειμάρρους</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">dry watercourse,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hero</span> </span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">*Geom.</span> <span class="bibl"> 4.13 </span>.</div> </div><br><br>'}