Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ξηρόμυρον
ξηρονομικός
ξηροποιέω
ξηροποιός
ξηροπόταμος
ξηροπυρία
ξηροπυρίτας
ξηρός
ξηρόσαρκος
ξηροσμύρνη
ξηροτήγανον
ξηρότης
ξηροτριβέω
ξηροτριβία
ξηροτροφικόν
ξηροφαγέω
ξηροφαγία
ξηροφθαλμία
ξηρόφλοιος
ξηρόφορτον
ξηρόφρυκτον
View word page
ξηροτήγανον
ξηρο-τήγᾰνον, τό, Syrac. for τήγανον, Hegesand. 38 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ξηροτήγανον
Headword (normalized):
ξηροτήγανον
Headword (normalized/stripped):
ξηροτηγανον
IDX:
71618
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-71619
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ξηρο-τήγᾰνον</span>, <span class="gen greek">τό</span>, Syrac. for <span class="foreign greek">τήγανον,</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg1392.tlg001:38" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg1392.tlg001:38/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hegesand.</span> 38 </a>.</div><br><br>'}