Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

νώδυνος
νῶε
νώθεια
νωθής
νωθουρίς
νώθουρος
νωθράς
νωθρεία
νωθρεπιθέτης
νωθρεύω
νωθρία
νωθρίη
νωθριάω
νωθροκάρδιος
νωθροποιός
νωθρός
νωθρότης
νωθρώδης
νωθώδης
νῶϊ
νωΐτερος
View word page
νωθρία
νωθρ-ία, lon.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
νωθρία
Headword (normalized):
νωθρία
Headword (normalized/stripped):
νωθρια
IDX:
71363
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-71364
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">νωθρ-ία</span>, lon.</div><br><br>'}