Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

νυκτίφαντος
νυκτίφοιτος
νυκτιφόρος
νυκτιφρούρητος
νυκτιχαρής
νυκτιχόρευτος
νυκτόβας
νυκτοβατίς
νυκτόβιος
νυκτοβόα
νυκτογραφία
νυκτοδρόμα
νυκτοδρομία
νυκτοδρόμος
νυκτοειδής
νυκτοθήρας
νυκτολάλημα
νυκτόμαντις
νυκτομαχέω
νυκτομαχία
νυκτοπεριπλάνητος
View word page
νυκτογραφία
νυκτο-γρᾰφία, ,
A). writing by night, Plu. 2.634a , 803c (pl.).


ShortDef

writing by night

Debugging

Headword:
νυκτογραφία
Headword (normalized):
νυκτογραφία
Headword (normalized/stripped):
νυκτογραφια
IDX:
71226
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-71227
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">νυκτο-γρᾰφία</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">writing by night,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Plu.</span> 2.634a </span>, <span class="bibl"> 803c </span>(pl.).</div> </div><br><br>'}