Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μύτης
Μυτιλήνη
μύτιλος
μύτις
μύττακες
μυττός
μύττω
μυττωτεύω
μυττωτός
μυχαίτατος
μυχάλμη
μύχαλος
μυχάς
μύχατος
μυχέστατος
μυχή
μυχθίζω
μυχθισμός
μυχθώδης
μύχιος
μυχλός
View word page
μυχάλμη
μυχάλμη· βυθὸς θαλάσσης, Phot.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μυχάλμη
Headword (normalized):
μυχάλμη
Headword (normalized/stripped):
μυχαλμη
IDX:
69501
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-69502
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μυχάλμη·</span> <span class="foreign greek">βυθὸς θαλάσσης</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Phot.</span> </span> </div><br><br>'}