Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μυσφόνον
μυσώδης
μυσωτός
μυτακισμός
μύτης
Μυτιλήνη
μύτιλος
μύτις
μύττακες
μυττός
μύττω
μυττωτεύω
μυττωτός
μυχαίτατος
μυχάλμη
μύχαλος
μυχάς
μύχατος
μυχέστατος
μυχή
μυχθίζω
View word page
μύττω
μύττω, Att. for μύσσω.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μύττω
Headword (normalized):
μύττω
Headword (normalized/stripped):
μυττω
IDX:
69497
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-69498
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μύττω</span>, Att. for <span class="foreign greek">μύσσω</span>.</div><br><br>'}