Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
μυρσεών
μυρσινᾶτον
μυρσινέλαιον
μυρσίνη
μυρσίνινος
μυρσινίτης
μυρσινοειδής
μύρσινος
μυρσινών
μύρσος
μυρτάκανθος
μυρταλίς
μυρτὰς
μυρτεών
μύρτη
μυρτίδανον
μυρτίλωψ
μυρτίνη
μύρτινος
μυρτίς
μυρτίτης
View word page
μυρτάκανθος
μυρτάκανθος
[
ᾰκ],
A).
=
μυρσίνη ἀγρία
,
Dsc.
4.144
.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
μυρτάκανθος
Headword (normalized):
μυρτάκανθος
Headword (normalized/stripped):
μυρτακανθος
IDX:
69391
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-69392
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μυρτάκανθος</span> [<span class="foreign greek">ᾰκ], </span> <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">μυρσίνη ἀγρία</span> , <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Dsc.</span> 4.144 </span>.</div> </div><br><br>'}