Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μυρίδιον
μυριέλικτος
μυριετής
μυρίζω
Μυρικαῖος
μυρικᾶς
μυρίκη
μυρικίνεος
μυρίκινος
μυρικώδης
μυρίνη
μυρίνης
μυρίνινος
μύρινος
μυριξ
μυριόβοιος
μυριογένεσις
μυριόδοξος
μυριόδους
μυριόκαρπος
μυριόκρανος
View word page
μυρίνη
μῠρ-ίνη, freq.
A). f.l. for μυρρίνη .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μυρίνη
Headword (normalized):
μυρίνη
Headword (normalized/stripped):
μυρινη
IDX:
69260
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-69261
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μῠρ-ίνη</span>, freq. <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> f.l. for <span class="ref greek">μυρρίνη</span> .</div> </div><br><br>'}