Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μυοβατραχομαχία
μυόβρωτος
μυογαλῆ
μυοδόχος
μυοδρέπανον
μυοθήρας
μυοθηρατής
μυοθηρευτής
μυοθηρεύω
μυοθηρέω
μυόθηρος
μυοκέφαλον
μυοκτόνος
μυολόγος
μυομαχία
μυοπάρων
μυόπτερον
μυοσόβη
μυοσωτίς
Μυοτρῶκται
Μυότρωτος
View word page
μυόθηρος
μῠό-θηρος,
A). = ἀσπάραγος πετραῖος , Ps.- Dsc. 2.125 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μυόθηρος
Headword (normalized):
μυόθηρος
Headword (normalized/stripped):
μυοθηρος
IDX:
69193
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-69194
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μῠό-θηρος</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">ἀσπάραγος πετραῖος</span> , Ps.-<span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Dsc.</span> 2.125 </span>.</div> </div><br><br>'}