Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μυθοπλάνος
μυθοπλαστέω
μυθοπλάστης
μυθοπλόκος
μυθοποιέω
μυθοποίημα
μυθοποίησις
μυθοποιία
μυθοποιός
μῦθος
μυθουργέω
μυθούργημα
μυθουργία
μυθύδριον
μυθώδης
μυθωδικός
μυθῳδός
μυῖα1
μυία2
μυίαγρος
μυΐδιον
View word page
μυθουργέω
μῡθουργ-έω,
A). = μυθοποιέω , Sch. Lyc. 17 ( Pass.).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μυθουργέω
Headword (normalized):
μυθουργέω
Headword (normalized/stripped):
μυθουργεω
IDX:
69048
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-69049
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μῡθουργ-έω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">μυθοποιέω</span> , Sch.<span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Lyc.</span> 17 </span> ( Pass.).</div> </div><br><br>'}