Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
μυθίδιον
μυθίζω
μυθιήτης
μυθικός
μυθίσδω
μυθιστορία
μυθιστορικός
μυθογραφέω
μυθογραφία
μυθογράφος
μυθοειδῶς
μυθολέσχης
μυθολογεύω
μυθολογέω
μυθολόγημα
μυθολογητέον
μυθολογία
μυθολογικός
μυθόλογος
μυθόομαι
μυθοπλάνος
View word page
μυθοειδῶς
μῡθο-ειδῶς
, Adv.,
A).
=
μυθωδῶς
,
Procl.
in R.
1.15
K.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
μυθοειδῶς
Headword (normalized):
μυθοειδῶς
Headword (normalized/stripped):
μυθοειδως
IDX:
69028
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-69029
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μῡθο-ειδῶς</span>, Adv., <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">μυθωδῶς</span> , <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Procl.</span> </span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">in R.</span> <span class="bibl"> 1.15 </span> K.</div> </div><br><br>'}