Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μοχλίον
μοχλίσκος
μοχλοειδής
μοχλόλιθος
μοχλός
μοχλόω
μοχοῖ
Μοψοπία
μόψος
μῦ
μῦα
μυάγρα
μύαγρος
μυάκανθος
μυάκιον
μυαλός
μύαξ
μυάω
μυγαλῆ
μύγαλος
μύγματα
View word page
μῦα
μῦα,
A). v. μυῖα .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μῦα
Headword (normalized):
μῦα
Headword (normalized/stripped):
μυα
IDX:
68957
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-68958
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μῦα</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">μυῖα</span> .</div> </div><br><br>'}