Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μουσουργέω
μουσουργία
μουσουργικός
μουσουργός
μουσόφθαρτος
μουσοφιλής
μουσοφίλητος
μουσοχαρής
μουσόω
μουστάκιον
μουστάριον
μουστόπιττα
μοῦστος
μούσχανον
μουσῳδός
μούσωνες
μοχθέω
μοχθήεις
μόχθημα
μοχθηρία
μοχθηρόομαι
View word page
μουστάριον
μουστάριον, τό, a measure of wine, PFlor. 65.18 (vi A.D.).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μουστάριον
Headword (normalized):
μουστάριον
Headword (normalized/stripped):
μουσταριον
IDX:
68922
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-68923
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μουστάριον</span>, <span class="gen greek">τό</span>, a measure of wine, <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">PFlor.</span> 65.18 </span> (vi A.D.).</div><br><br>'}