Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

Μουσαγέτας
Μουσαϊσταί
μούσαξ
μουσάριον
Μούσαρχος
Μουσεῖον
Μούσειος
Μουσηγέτης
μουσιάζω
μουσιάριος
μουσίδδει
μουσίζω
μουσικεύομαι
μουσική
μουσικός
μουσικτάς
μουσίσδω
μούσμων
μουσόδομος
μουσοδόνημα
μουσοεργός
View word page
μουσίδδει
μους-ίδδει (-ιαδδεῖ cod.)· λαλεῖ, ὁμιλεῖ, Hsch. (perh. Lacon. for μυθίζει).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μουσίδδει
Headword (normalized):
μουσίδδει
Headword (normalized/stripped):
μουσιδδει
IDX:
68882
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-68883
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μους-ίδδει</span> (<span class="foreign greek">-ιαδδεῖ</span> cod.)<span class="foreign greek">· λαλεῖ, ὁμιλεῖ</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> (perh. Lacon. for <span class="foreign greek">μυθίζει</span>).</div><br><br>'}