Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

Μουνυχία
Μουνυχίαζε
Μουνυχίαθεν
Μουνυχίασι
Μουνυχιών
μουνώψ
μούρσινος
Μοῦσα
Μουσαγέτας
Μουσαϊσταί
μούσαξ
μουσάριον
Μούσαρχος
Μουσεῖον
Μούσειος
Μουσηγέτης
μουσιάζω
μουσιάριος
μουσίδδει
μουσίζω
μουσικεύομαι
View word page
μούσαξ
μούσαξ· ὁ ὑπὸ τοῦ βοαγοῦ τρεφόμενος, Hsch. ( Lacon. for μόθαξ.)


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μούσαξ
Headword (normalized):
μούσαξ
Headword (normalized/stripped):
μουσαξ
IDX:
68874
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-68875
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μούσαξ·</span> <span class="foreign greek">ὁ ὑπὸ τοῦ βοαγοῦ τρεφόμενος</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> ( Lacon. for <span class="foreign greek">μόθαξ</span>.)</div><br><br>'}