Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μότωμα
μότωσις
μουγκρίζω
μουία
μουκτηριᾷ
μουλάριον
μούλη
μουλίων
μουναδόν
μουνάξ
μουναρχέω
μουνιαδικόν
μουνιάς
μουνογενής
μουνοέτις
Μουνυχία
Μουνυχίαζε
Μουνυχίαθεν
Μουνυχίασι
Μουνυχιών
μουνώψ
View word page
μουναρχέω
μουναρχέω, μουλ-ία, etc.,
A). v. μοναρχέω, -ία , etc.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μουναρχέω
Headword (normalized):
μουναρχέω
Headword (normalized/stripped):
μουναρχεω
IDX:
68859
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-68860
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μουναρχέω</span>, <span class="orth greek">μουλ-ία</span>, etc., <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">μοναρχέω, -ία</span> , etc.</div> </div><br><br>'}