Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μοσχοτρόφος
μοσχοφάγος
μότα
μοτάριον
μότημα
μοτός
μοτοφυλάκιον
μοτοφύλαξ
μοτόω
μοτρογένειος
μοττίας
μοτώ
μοτώδης
μότωμα
μότωσις
μουγκρίζω
μουία
μουκτηριᾷ
μουλάριον
μούλη
μουλίων
View word page
μοττίας
μοττίας· ᾧ στρέφουσι τῶν ῥυτήρων τὸν ἄξονα, Hsch. μοττοῖ· τιτρώσκει, ταράττει, Id. μοττοφαγία, a sacrifice in Cyprus, Id. μόττυες· οἱ ἔκλυτοι καὶ παρειμένοι, Id. μοττωνῆσαι· τῇ πτέρνῃ τύψαι, Id.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μοττίας
Headword (normalized):
μοττίας
Headword (normalized/stripped):
μοττιας
IDX:
68846
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-68847
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μοττίας·</span> <span class="foreign greek">ᾧ στρέφουσι τῶν ῥυτήρων τὸν ἄξονα</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> <span class="orth greek">μοττοῖ·</span> <span class="foreign greek">τιτρώσκει, ταράττει</span>, Id. <span class="orth greek">μοττοφαγία</span>, a sacrifice in Cyprus, Id. <span class="orth greek">μόττυες·</span> <span class="foreign greek">οἱ ἔκλυτοι καὶ παρειμένοι</span>, Id. <span class="orth greek">μοττωνῆσαι·</span> <span class="foreign greek">τῇ πτέρνῃ τύψαι</span>, Id.</div><br><br>'}