Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μόσχιος
μοσχίτης
μοσχοθύτης
μοσχομάγειρος
μοσχοποιέω
μόσχος
μόσχος
μόσχοϲ
μοσχοσφραγιστής
μοσχόταυρος
μοσχοτομέα
μοσχοτόμος
μοσχοτρόφια
μοσχοτρόφος
μοσχοφάγος
μότα
μοτάριον
μότημα
μοτός
μοτοφυλάκιον
μοτοφύλαξ
View word page
μοσχοτομέα
μοσχο-τομέα, ,(μόσχος A)
A). osier-bed, IG 9(1).61.34 (Daulis, ii A. D.).


ShortDef

osier-bed

Debugging

Headword:
μοσχοτομέα
Headword (normalized):
μοσχοτομέα
Headword (normalized/stripped):
μοσχοτομεα
IDX:
68833
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-68834
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μοσχο-τομέα</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>,(<span class="foreign greek">μόσχος</span> A) <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">osier-bed,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">IG</span> 9(1).61.34 </span> (Daulis, ii A. D.).</div> </div><br><br>'}