Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μονοτροπέω
μονοτροπία
μονότροπος
μονοτροφέω
μονοτροφία
μονότροχος
μόνουα
μονούατος
μονόυλος
μονουχία
μονοφαγέω
μονοφαγία
μονοφάγος
μονοφαλαγγία
μονόφαντος
μονόφθαλμος
μονόφθογγος
μονοφθόρους
μονοφιλής
μονόφορβος
μονοφόρος
View word page
μονοφαγέω
μονο-φᾰγέω,
A). = μονοσιτέω 11 , Antiph. 298 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μονοφαγέω
Headword (normalized):
μονοφαγέω
Headword (normalized/stripped):
μονοφαγεω
IDX:
68688
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-68689
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μονο-φᾰγέω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">μονοσιτέω</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg9010.tlg001:11" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg9010.tlg001:11/canonical-url/"> 11 </a>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0410.tlg001:298" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0410.tlg001:298/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Antiph.</span> 298 </a>.</div> </div><br><br>'}