Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μισοτύραννος
μισότυφος
μισοφαής
μισοφίλιππος
μισοφιλόλογος
μισόφιλος
μισόχρηστος
μισοψευδής
μισοψηφιστής
μισσυνή
μιστυλάομαι
μίστυλλον
μιστύλλω
μίσυ
μίσυβρις
μισυοί
μίσχος
μιτάριον
μιτηρός
μίτινοι
μιτίσασθαι
View word page
μιστυλάομαι
μιστυλάομαι, μιστύλη, v. μυστιλ-.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μιστυλάομαι
Headword (normalized):
μιστυλάομαι
Headword (normalized/stripped):
μιστυλαομαι
IDX:
68108
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-68109
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μιστυλάομαι</span>, <span class="orth greek">μιστύλη</span>, v. <span class="itype greek">μυστιλ</span>-.</div><br><br>'}