Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μίνδαξ
μίνδις
μίνθᾰ
μινθόβαψ
μίνθος
μινθόω
μίνθωνος
μίνιον
Μινύαι
μινυανθής
μινύζηον
μινυθέω
μινύθημα
μινύθησις
μινυθικός
μινύθω
μινυθώδης
μίνυνθᾰ
μινυνθάδιος
μινυνθάνω
μινύον
View word page
μινύζηον
μινύζηον· ὀλιγόβιον, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μινύζηον
Headword (normalized):
μινύζηον
Headword (normalized/stripped):
μινυζηον
IDX:
67884
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-67885
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μινύζηον·</span> <span class="foreign greek">ὀλιγόβιον</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}