Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
μιλτεῖον
μίλτειος
μιλτεύς
μιλτηλιφής
μίλτινος
μιλτίτης
μιλτοκάρηνος
μιλτολογέω
μιλτοπάρηος
μιλτόπρεπτος
μιλτόπρῳρος
μίλτος
μιλτοφοριών
μιλτοφυρής
μιλτόχρως
μιλτόω
μιλτώδης
μιλτωρυχία
μιλτωρύχος
μιλτωτός
μιλφός
View word page
μιλτόπρῳρος
μιλτό-πρῳρος
,
ον
,
A).
gloss on
μιλτοπάρηος
,
Apollon.
Lex.
,
Hsch.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
μιλτόπρῳρος
Headword (normalized):
μιλτόπρῳρος
Headword (normalized/stripped):
μιλτοπρωρος
IDX:
67826
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-67827
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μιλτό-πρῳρος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> gloss on <span class="ref greek">μιλτοπάρηος</span> , <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Apollon.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Lex.</span></span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div> </div><br><br>'}