Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μικροπολίτης
μικροπολιτικός
μικροπόνηρος
μικρόπους
μικροπρέπεια
μικροπρεπής
μικροπρόσωπος
μικρόπτερα
μικροπτέρυξ
μικροπύρηνος
μίκρορραξ
μικρόρριν
μικρορροπύγιος
μικρόρρωξ
μικρός
μικρόσαρκος
μικροσιτία
μικρόσιτος
μικροσκελής
μικρόσοφος
μικρόσπερμος
View word page
μίκρορραξ
μίκρο-ρραξ, ᾱγος, , ,
A). with small berries, of the currantgrape, Dsc. 5.2 .


ShortDef

with small berries

Debugging

Headword:
μίκρορραξ
Headword (normalized):
μίκρορραξ
Headword (normalized/stripped):
μικρορραξ
IDX:
67753
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-67754
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μίκρο-ρραξ</span>, <span class="itype greek">ᾱγος</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">with small berries</span>, of the currantgrape, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Dsc.</span> 5.2 </span>.</div> </div><br><br>'}