Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μήποτε
μή3
μήπω
μὴ6
μήπως
μῆρα
μηρία
μηριαῖος
μῆριγξ
μηρίζω
μήριθμος
μήρινθος
μήρινθος
Μηριόνης
μηρίς
μήρισμα
μηροκαυτέω
μηροκήλη
μηροραφής
μηρός
μηροτραφής
View word page
μήριθμος
μήριθμος· δέλτος, ἢ


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μήριθμος
Headword (normalized):
μήριθμος
Headword (normalized/stripped):
μηριθμος
IDX:
67512
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-67513
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μήριθμος·</span> <span class="foreign greek">δέλτος, ἢ</span> </div><br><br>'}