Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μηλοβοσκός
μηλοβοτέω
μηλοβοτήρ
μηλοβότης
μηλόβοτος
μηλογενής
μηλοδαΐκτας
μηλοδόκος
μηλοδροπῆες
μηλοδωράκινον
μηλοειδής
μηλοθύτης
μηλόκαρπον
μηλοκίτριον
μηλοκόμος
μηλοκοπικός
μηλοκτόνος
μηλοκυδώνιον
μηλολόνθη
μηλομαχία
μηλόμελι
View word page
μηλοειδής
μηλο-ειδής, ές,
A). = μηλινοειδής , Dsc. 4.68 codd., Gal. 13.509 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μηλοειδής
Headword (normalized):
μηλοειδής
Headword (normalized/stripped):
μηλοειδης
IDX:
67406
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-67407
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μηλο-ειδής</span>, <span class="itype greek">ές</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">μηλινοειδής</span> , <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Dsc.</span> 4.68 </span> codd., <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Gal.</span> 13.509 </span>.</div> </div><br><br>'}