Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μετεῖπον
μετείς
μετεισάμενος
μετεισβαίνω
μετεισδύνω
μετεισέρχομαι
μετείω
μετεκβαίνω
μετέκβασις
μετεκβιβάζω
μετεκβολή
μετέκγονοι
μετεκδέχομαι
μετεκδίδωμι
μετέκδυμα
μετεκδύομαι
μετεκέχειρον
μετέκκλιτος
μετεκπνέω
μετεκφώνητος
μετελαύνω
View word page
μετεκβολή
μετεκ-βολή,
A). = μεταβολή , Cratin. 427 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
μετεκβολή
Headword (normalized):
μετεκβολή
Headword (normalized/stripped):
μετεκβολη
IDX:
67075
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-67076
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μετεκ-βολή</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">μεταβολή</span> , <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0434.tlg001:427" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0434.tlg001:427/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Cratin.</span> 427 </a>.</div> </div><br><br>'}