Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
μετασυντάσσω
μετασυντίθημι
μετασύρω
μετασυσχηματίζομαι
μετασφαιρισμός
μετάσχεσις
μετασχηματίζω
μετασχημάτισις
μετασχηματισμός
μετασχηματιστέον
μετασχιστής
μετασωματόομαι
μετάταξις
μετατάσσω
μετατεύχω
μετατίθημι
μετατίκτω
μετατραγῳδία
μετατρέπω
μετατρέφω
μετατρέχω
View word page
μετασχιστής
μετασχιστής
,
οῦ
,
ὁ
, dub. sens. in
Ostr.
1
(Syene).
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
μετασχιστής
Headword (normalized):
μετασχιστής
Headword (normalized/stripped):
μετασχιστης
IDX:
66974
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-66975
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μετασχιστής</span>, <span class="itype greek">οῦ</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, dub. sens. in <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Ostr.</span> 1 </span> (Syene).</div><br><br>'}