Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μεταστρατοπεδεύω
μεταστρεπτέον
μεταστρεπτικός
μεταστρέφω
μεταστροφάδην
μεταστροφή
μεταστρωφάω
μεταστύλιον
μεταστυφελίζω
μετασυγκρίνω
μετασυνεθίζομαι
μετασυντάσσω
μετασυντίθημι
μετασύρω
μετασυσχηματίζομαι
μετασφαιρισμός
μετάσχεσις
μετασχηματίζω
μετασχημάτισις
μετασχηματισμός
μετασχηματιστέον
View word page
μετασυνεθίζομαι
μετασυν-εθίζομαι, Pass.,
A). have the custom changed, Posidon. ap. Gal. 5.400 .


ShortDef

have the custom changed

Debugging

Headword:
μετασυνεθίζομαι
Headword (normalized):
μετασυνεθίζομαι
Headword (normalized/stripped):
μετασυνεθιζομαι
IDX:
66963
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-66964
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μετασυν-εθίζομαι</span>, Pass., <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">have the custom changed</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Posidon.</span> </span> ap. <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Gal.</span> 5.400 </span>.</div> </div><br><br>'}