Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μέτασσαι
μέτασσα
μετάσταλσις
μετάστασις
μεταστατέον
μεταστατικός
μετάστατος
μεταστείχω
μεταστέλλω
μεταστένω
μεταστήθιον
μεταστοιχεί
μεταστοιχειόω
μεταστολιζομαι
μεταστοναχίζομαι
μεταστρατεύομαι
μεταστρατοπεδεύω
μεταστρεπτέον
μεταστρεπτικός
μεταστρέφω
μεταστροφάδην
View word page
μεταστήθιον
μεταστήθιον, τό, part of the
A). palm of the hand, Cat.Cod.Astr. 7.238 .


ShortDef

palm

Debugging

Headword:
μεταστήθιον
Headword (normalized):
μεταστήθιον
Headword (normalized/stripped):
μεταστηθιον
IDX:
66947
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-66948
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μεταστήθιον</span>, <span class="gen greek">τό</span>, part of the <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">palm</span> of the hand, <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Cat.Cod.Astr.</span> 7.238 </span>.</div> </div><br><br>'}