Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
μετάρροια
μεταρρυθμέω
μεταρρυθμίζω
μεταρρύθμισις
μεταρρυθμιστέον
μεταρρυθμόω
μετάρρυσις
μεταρσιολεσχέω
μεταρσιολέσχης
μεταρσιολεσχία
μεταρσιολογικός
μετάρσιος
μεταρσιόω
μέταρσις
μεταρυσμόω
μεταρχή
μετάρχιος
μετασεύομαι
μετασκαίρω
μετασκάπτω
μετασκευάζω
View word page
μεταρσιολογικός
μεταρσιο-λογικός
,
ή
,
όν
,
A).
=
μετεωρολογικός
:
τὰ μ.
, title of work by Theophrastus,
D.L.
5.44
.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
μεταρσιολογικός
Headword (normalized):
μεταρσιολογικός
Headword (normalized/stripped):
μεταρσιολογικος
IDX:
66918
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-66919
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μεταρσιο-λογικός</span>, <span class="itype greek">ή</span>, <span class="itype greek">όν</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">μετεωρολογικός</span> : <span class="foreign greek">τὰ μ.</span>, title of work by Theophrastus, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0004.tlg001.perseus-grc1:5:44" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0004.tlg001.perseus-grc1:5.44/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">D.L.</span> 5.44 </a>.</div> </div><br><br>'}