Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
μετάπλασις
μεταπλασμός
μεταπλάσσω
μεταπλαστικός
μεταπλέω
μεταπλόμενοι
μετάπλοος
μεταπνέω
μεταπνοή
μεταποιέω
μεταποιή
μεταποίησις
μεταποιητέον
μεταποίνιος
μεταπομπή
μεταπόντιος
μεταπορεύδην
μεταπορεύομαι
μεταποροποιέω
μεταποροποίησις
μεταποτέον
View word page
μεταποιή
μεταποι-ή
,
ἡ
,
A).
change
of ownership,
POxy.
318
(i A.D.).
ShortDef
change
Debugging
Headword:
μεταποιή
Headword (normalized):
μεταποιή
Headword (normalized/stripped):
μεταποιη
IDX:
66876
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-66877
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μεταποι-ή</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">change</span> of ownership, <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">POxy.</span> 318 </span> (i A.D.).</div> </div><br><br>'}