Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μεταπίνω
μεταπιπίσκω
μεταπιπράσκω
μεταπίπτω
μετάπλασις
μεταπλασμός
μεταπλάσσω
μεταπλαστικός
μεταπλέω
μεταπλόμενοι
μετάπλοος
μεταπνέω
μεταπνοή
μεταποιέω
μεταποιή
μεταποίησις
μεταποιητέον
μεταποίνιος
μεταπομπή
μεταπόντιος
μεταπορεύδην
View word page
μετάπλοος
μετάπλοος, contr. μετά-πλους, , =
A). prospera navigatio, dub. in Gloss.


ShortDef

prospera navigatio

Debugging

Headword:
μετάπλοος
Headword (normalized):
μετάπλοος
Headword (normalized/stripped):
μεταπλοος
IDX:
66872
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-66873
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μετάπλοος</span>, contr. <span class="orth greek">μετά-πλους</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, = <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">prospera navigatio</span>, dub. in <span class="title" style="font-style: italic;">Gloss.</span> </div> </div><br><br>'}