Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μετάνοια
μεταντλέω
μέταξα
μεταξάβλαττα
μεταξάριος
μετάξιον
μέταξον
μεταξύ
μεταξυλογία
μεταξύτης
μεταξωτός
μεταπαθῶς
μεταπαιδαγωγέω
μεταπαιδεύω
μεταπαιδιά
μεταπαιφάσσομαι
μεταπαραδίδωμι
μεταπαράδοσις
μεταπαραλαμβάνω
μεταπαραλλάσσω
μεταπαρατίθημι
View word page
μεταξωτός
μεταξωτός, , όν,(μέταξα)
A). of silk, ὕφασμα Hdn. Epim. 125 .


ShortDef

of silk

Debugging

Headword:
μεταξωτός
Headword (normalized):
μεταξωτός
Headword (normalized/stripped):
μεταξωτος
IDX:
66836
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-66837
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μεταξωτός</span>, <span class="itype greek">ή</span>, <span class="itype greek">όν</span>,(<span class="etym greek">μέταξα</span>) <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">of silk</span>, <span class="quote greek">ὕφασμα</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0087.tlg036:125" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0087.tlg036:125/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hdn.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Epim.</span> 125 </a> .</div> </div><br><br>'}