Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
μεταγωγός
μεταδαίνυμαι
μεταδειπνέω
μεταδετέον
μεταδεῦσαν
μεταδέχομαι
μεταδήμιος
μεταδιαιτάω
μεταδιαταγή
μεταδιατάσσω
μεταδιατίθεμαι
μεταδιδάσκω
μεταδίδωμι
μεταδιεράω
μεταδιοικέω
μεταδιοίκησις
μεταδίομαι
μεταδιορθόω
μεταδιόρθωσις
μεταδιορισμός
μεταδιωκτέον
View word page
μεταδιατίθεμαι
μεταδια-τίθεμαι
,
A).
alter a will
, ib.
105.3
(ii A. D.), etc.
ShortDef
alter a will
Debugging
Headword:
μεταδιατίθεμαι
Headword (normalized):
μεταδιατίθεμαι
Headword (normalized/stripped):
μεταδιατιθεμαι
IDX:
66632
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-66633
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μεταδια-τίθεμαι</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">alter a will</span>, ib.<span class="bibl"> 105.3 </span> (ii A. D.), etc.</div> </div><br><br>'}