Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
μέσσατος
μέσσαυλος
μεσσηγυδορποχέστης
μεσσήρης
μεσσογενής
μεσσογέως
μέσσοθεν
μέσσοθῐ
μες<ς>οικέται
μεσσόπλουτον
μεσσόρης
μέσσορος
μέσσος
μες<ς>οτύλαρον
μέστα
μέστακα
μέστε
μεστός
μεστότης
μεστόω
μέστωμα
View word page
μεσσόρης
μεσσό-ρης·
ὁ μέσος ὠκεανοῦ καὶ οὐρανοῦ τόπος
, Id.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
μεσσόρης
Headword (normalized):
μεσσόρης
Headword (normalized/stripped):
μεσσορης
IDX:
66549
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-66550
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μεσσό-ρης·</span> <span class="foreign greek">ὁ μέσος ὠκεανοῦ καὶ οὐρανοῦ τόπος</span>, Id.</div><br><br>'}