Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μεσηγύ
μεσήεις
μεσῆλιξ
μεσημβρία
μεσημβριάζω
μεσημβριάς
μεσημβριάω
μεσημβρίζω
μεσημβρινός
μεσήμβριος
μεσήμβριον
μεσημβριστός
μεσημέριος
μεσήπειρος
μεσηρεύω
μεσήρης
μέσης
μεσήτιος
μεσιάνη
μεσίδιον
μεσίδιος
View word page
μεσήμβριον
μεσήμβρ-ιον, τό, =
A). meridies, Gloss.


ShortDef

meridies

Debugging

Headword:
μεσήμβριον
Headword (normalized):
μεσήμβριον
Headword (normalized/stripped):
μεσημβριον
IDX:
66394
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-66395
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μεσήμβρ-ιον</span>, <span class="gen greek">τό</span>, = <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">meridies,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Gloss.</span> </span> </div> </div><br><br>'}