Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μελλόγαμβρος
μελλόγαμος
μελλογυμνασίαρχος
μελλοδειπνικός
μελλοθάνατος
μελλοκούρια
μελλονικιάω
μελλόνυμφος
μελλόπαις
μελλόποσις
μελλοπρόεδρος
μελλοπρύτανις
μελλυμέναιος
μέλλω1
μελλώ2
μελογραφία
μελογράφος
μελοθεσία
μελοκοπέω
μελοκόπησις
μελοκοπία
View word page
μελλοπρόεδρος
μελλο-πρόεδρος, , πρόεδρος-
A). designate, PGiss. 54.6 (iv/v A. D.).


ShortDef

designate

Debugging

Headword:
μελλοπρόεδρος
Headword (normalized):
μελλοπρόεδρος
Headword (normalized/stripped):
μελλοπροεδρος
IDX:
66165
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-66166
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">μελλο-πρόεδρος</span>, <span class="gen greek">ὁ</span> <span class="foreign greek">, πρόεδρος</span>-<div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">designate,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">PGiss.</span> 54.6 </span> (iv/v A. D.).</div> </div><br><br>'}